Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 21 Ιανουαρίου 2024
Δὲν μποροῦσε νὰ μείνει ἀσυγκίνητος ὁ Κύριος στὴ δυνατὴ κραυγὴ ἱκεσίας τῶν βασανισμένων αὐτῶν ἀνθρώπων. Τοὺς κοίταξε μὲ βλέμμα συμπαθείας καὶ τοὺς εἶπε: Πηγαίνετε καὶ δεῖξτε τοὺς ἑαυτούς σας στοὺς ἱερεῖς. Αὐτοὶ ὡς ἁρμόδιοι, σύμφωνα μὲ τὸ νόμο, θὰ βεβαιώσουν τὴ θεραπεία σας. Ἀμέσως οἱ δέκα λεπροὶ ξεκίνησαν γιὰ νὰ πᾶνε νὰ ἐξεταστοῦν, ὅπως τοὺς εἶπε ὁ Κύριος. Καὶ τί θαυμαστό! Στὸ δρόμο, ἐνῶ περπατοῦσαν, διεπίστωσαν ὅτι καθαρίστηκαν ἀπὸ τὴ λέπρα!
Ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου στὴ θερμή τους ἱκεσία. Διότι, ἂν καὶ λόγῳ τῆς ἀσθενείας τους στέκονταν μακριά, μὲ τὴ δυνατὴ ἱκεσία τους ἦρθαν πολὺ κοντὰ στὸν Κύριο. Ἄλλωστε καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι βρίσκονταν πολλοὶ μαζί, ἔκανε τὴ φωνή τους πιὸ δυνατή. Δέκα ἦταν, ἀλλὰ ἕνα αἴτημα εἶχαν, τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου: «ἐλέησον ἡμᾶς», φώναζαν συνεχῶς καὶ πράγματι, μὲ τὴν ἀπὸ κοινοῦ ἰσχυρὴ ἱκεσία τους κατόρθωσαν νὰ ἑλκύσουν τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου καὶ νὰ λάβουν τὴ θεραπεία ἀκολουθώντας ἀκριβῶς τὶς ὁδηγίες ποὺ Ἐκεῖνος τοὺς ἔδωσε.
Πολλὲς φορὲς κι ἐμεῖς ἀπευθυνόμαστε πρὸς τὸν Κύριο καὶ ζητοῦμε τὴ βοήθειά Του. Εἶναι ἄραγε ἡ προσευχή μας κραυγὴ ἰσχυρὴ ἢ μήπως γίνεται ἀπὸ συνήθεια, ἄτονα καὶ τυπικά; Καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ θέλουμε νὰ μᾶς ἀκούσει ὁ Θεός, ἂν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δὲν νιώθουμε αὐτὰ ποὺ λέμε στὴν προσευχή μας;
Συνεχῶς προφέρουμε τὸ ἴδιο αἴτημα ἐκείνων τῶν λεπρῶν: «ἐλέησον ἡμᾶς».
Βέβαια, ὅταν ἀντιμετωπίζουμε θλίψεις καὶ δοκιμασίες, αἰσθανόμαστε πιὸ εὔκολα τὴν ἀνάγκη νὰ στραφοῦμε στὸν Κύριο καὶ νὰ ζητήσουμε βοήθεια. Καὶ ὁπωσδήποτε τότε ἡ προσευχή μας γίνεται μὲ ἔνταση καὶ προσοχή. Ὡστόσο μὲ τὴν ἴδια ἔνταση καὶ δύναμη καλούμαστε ὄχι μόνο νὰ παρακαλοῦμε, ἀλλὰ καὶ νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεό. Αὐτὸ μᾶς διδάσκει ἡ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς.
Ὅταν ἔφθασε μπροστὰ στὸ Χριστό, ἔπεσε στὰ πόδια Του μὲ τὸ πρόσωπό του καταγῆς καὶ Τὸν εὐχαριστοῦσε. Μάλιστα, αὐτὸς δὲν ἦταν Ἰουδαῖος ὅπως οἱ ἄλλοι ἐννέα λεπροί, ἀλλὰ Σαμαρείτης. Κι ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ Σαμαρεῖτες εἶχαν ἔχθρα μὲ τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι τοὺς θεωροῦσαν σχισματικούς. Εἶπε τότε ὁ Κύριος Ἰησοῦς: «οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ;». Δὲν καθαρίστηκαν ἀπὸ τὴ λέπρα καὶ οἱ δέκα; Οἱ ἄλλοι ἐννέα ποῦ εἶναι; Δὲν σκέφθηκαν νὰ γυρίσουν πίσω καὶ νὰ δοξάσουν τὸν Θεό; Μόνο αὐτὸς ὁ ξένος τὸ σκέφτηκε, ὁ ὁποῖος καὶ δὲν ἀνήκει στὸ γνήσιο ἰουδαϊκὸ γένος; Γύρισε τότε σ’ αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπε: «Σήκω καὶ πήγαινε. Ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε. Αὐτὴ σοῦ χάρισε τὴ σωματικὴ θεραπεία καὶ παράλληλα σοῦ ἄνοιξε τὸν δρόμο ποὺ θὰ σὲ ὁδηγήσει καὶ στὴν πνευματική σου σωτηρία».
Ἄραγε ἐμεῖς εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του, ποὺ εἶναι ἀμέτρητες καὶ ἀνεκτίμητες; Φροντίζουμε καθημερινὰ στὴν προσευχή μας νὰ ἀπευθύνουμε ὄχι μόνο αἰτήματα ἀλλὰ καὶ εὐχαριστίες πρὸς τὸν φιλάνθρωπο Κύριο; Προσφέρουμε μία ἡμέρα ἀπὸ τὴν ἑβδομάδα σ’ Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς προσφέρει τὰ πάντα;… Στὶς ἐντολὲς τοῦ «Δεκαλόγου» ὁ ἄνθρωπος καλεῖται μία ἡμέρα τὴν ἑβδομάδα νὰ μὴν ἐργάζεται καὶ νὰ τὴν ἀφιερώνει στὸ Θεό, ὡς ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης καὶ λατρείας στὸ πρόσωπό Του. Στὰ χριστιανικὰ χρόνια ἡ Κυριακὴ καθιερώθηκε ὡς ἀργία καὶ συνδέθηκε ἀναπόσπαστα μὲ τὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη τῶν πιστῶν μὲ κέντρο τὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἔτσι ὥστε οἱ χριστιανοὶ νὰ καλλιεργοῦν αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν ἅγιο Θεὸ γιὰ τὶς πάμπολλες δωρεές Του, καὶ μάλιστα γιὰ τὴν ἀπολυτρωτικὴ Θυσία τοῦ Υἱοῦ Του.
Ἀλίμονο, ἂν ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ποὺ γνωρίσαμε τὸν ἀληθινὸ Θεό, βρεθοῦμε ἀχάριστοι ἀπέναντί Του. Ἂς Τοῦ προσφέρουμε τὴ λατρεία μας μὲ τὴν τακτικὴ συμμετοχή μας στὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη τῆς Κυριακῆς. Ἂς μάθουμε καὶ στὴν προσευχή μας ὄχι μόνο νὰ Τὸν παρακαλοῦμε, ἀλλὰ καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστοῦμε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς μας, ὥστε νὰ ἑλκύουμε πλούσια τὴ χάρη καὶ τὸ ἔλεός Του. Καλή και ευλογημένη Κυριακή
<<Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσερχομένου τοῦ ᾿Ιησοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐτοὶ ἦραν
φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς·
πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ
ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε
μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς
πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. ἀποκριθεὶς δὲ
ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; οὐχ
εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος;
καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.>>
1. Κραυγὴ ἱκεσίας
Τὸ σημερινὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο περιγράφει ἕνα συγκλονιστικὸ θαῦμα ποὺ συνέβη
ὅταν ὁ Θεάνθρωπος περιόδευε στὴν περιοχὴ τῶν συνόρων τῆς Γαλιλαίας μὲ
τὴ Σαμάρεια.
Ἐκεῖ, καθὼς ὁ Κύριος Ἰησοῦς προχωροῦσε, κι ἐνῶ σὲ λίγο ἔφθανε σὲ ἕνα χωριό, ἄκουσε ἀπὸ τὸν δρόμο μακριὰ φωνὲς δυνατές. Γύρισε νὰ δεῖ. Τὸ θέαμα ἦταν σπαραξικάρδιο: Δέκα ἄνδρες μὲ καταπληγωμένα τὰ σώματά τους ἀπὸ τὴ λέπρα ζητοῦσαν βοήθεια. Κι ἐπειδὴ θεωροῦνταν ἀκάθαρτοι καὶ δὲν τοὺς ἐπιτρεπόταν νὰ πλησιάσουν, «ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς»· ἄρχισαν νὰ φωνάζουν μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς τους: Ἰησοῦ, Διδάσκαλε! Λυπήσου μας!
Ἐκεῖ, καθὼς ὁ Κύριος Ἰησοῦς προχωροῦσε, κι ἐνῶ σὲ λίγο ἔφθανε σὲ ἕνα χωριό, ἄκουσε ἀπὸ τὸν δρόμο μακριὰ φωνὲς δυνατές. Γύρισε νὰ δεῖ. Τὸ θέαμα ἦταν σπαραξικάρδιο: Δέκα ἄνδρες μὲ καταπληγωμένα τὰ σώματά τους ἀπὸ τὴ λέπρα ζητοῦσαν βοήθεια. Κι ἐπειδὴ θεωροῦνταν ἀκάθαρτοι καὶ δὲν τοὺς ἐπιτρεπόταν νὰ πλησιάσουν, «ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς»· ἄρχισαν νὰ φωνάζουν μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς τους: Ἰησοῦ, Διδάσκαλε! Λυπήσου μας!
Δὲν μποροῦσε νὰ μείνει ἀσυγκίνητος ὁ Κύριος στὴ δυνατὴ κραυγὴ ἱκεσίας τῶν βασανισμένων αὐτῶν ἀνθρώπων. Τοὺς κοίταξε μὲ βλέμμα συμπαθείας καὶ τοὺς εἶπε: Πηγαίνετε καὶ δεῖξτε τοὺς ἑαυτούς σας στοὺς ἱερεῖς. Αὐτοὶ ὡς ἁρμόδιοι, σύμφωνα μὲ τὸ νόμο, θὰ βεβαιώσουν τὴ θεραπεία σας. Ἀμέσως οἱ δέκα λεπροὶ ξεκίνησαν γιὰ νὰ πᾶνε νὰ ἐξεταστοῦν, ὅπως τοὺς εἶπε ὁ Κύριος. Καὶ τί θαυμαστό! Στὸ δρόμο, ἐνῶ περπατοῦσαν, διεπίστωσαν ὅτι καθαρίστηκαν ἀπὸ τὴ λέπρα!
Ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου στὴ θερμή τους ἱκεσία. Διότι, ἂν καὶ λόγῳ τῆς ἀσθενείας τους στέκονταν μακριά, μὲ τὴ δυνατὴ ἱκεσία τους ἦρθαν πολὺ κοντὰ στὸν Κύριο. Ἄλλωστε καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι βρίσκονταν πολλοὶ μαζί, ἔκανε τὴ φωνή τους πιὸ δυνατή. Δέκα ἦταν, ἀλλὰ ἕνα αἴτημα εἶχαν, τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου: «ἐλέησον ἡμᾶς», φώναζαν συνεχῶς καὶ πράγματι, μὲ τὴν ἀπὸ κοινοῦ ἰσχυρὴ ἱκεσία τους κατόρθωσαν νὰ ἑλκύσουν τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου καὶ νὰ λάβουν τὴ θεραπεία ἀκολουθώντας ἀκριβῶς τὶς ὁδηγίες ποὺ Ἐκεῖνος τοὺς ἔδωσε.
Πολλὲς φορὲς κι ἐμεῖς ἀπευθυνόμαστε πρὸς τὸν Κύριο καὶ ζητοῦμε τὴ βοήθειά Του. Εἶναι ἄραγε ἡ προσευχή μας κραυγὴ ἰσχυρὴ ἢ μήπως γίνεται ἀπὸ συνήθεια, ἄτονα καὶ τυπικά; Καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ θέλουμε νὰ μᾶς ἀκούσει ὁ Θεός, ἂν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δὲν νιώθουμε αὐτὰ ποὺ λέμε στὴν προσευχή μας;
Συνεχῶς προφέρουμε τὸ ἴδιο αἴτημα ἐκείνων τῶν λεπρῶν: «ἐλέησον ἡμᾶς».
Καὶ μόνο
στὴ θεία Λειτουργία πόσες φορὲς ἐπαναλαμβάνουμε τὸ «Κύριε, ἐλέησον»!
Πόσες ἐκτενεῖς δεήσεις ἀπευθύνουμε ἀπὸ κοινοῦ γιὰ τὴν εἰρήνη καὶ τὴ
σωτηρία τοῦ κόσμου, γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας χριστιανοὺς ἀλλὰ καὶ
ἰδιαιτέρως γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς μας!;… Τόσες προσευχές, καὶ μάλιστα ἀπὸ
τόσους ἀνθρώπους μαζί, μποροῦν πράγματι νὰ κάνουν θαύματα. Ἀρκεῖ οἱ
δεήσεις αὐτὲς νὰ γίνονται μὲ θέρμη ψυχῆς καὶ ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη στὸν
παντοδύναμο Κύριο.
Βέβαια, ὅταν ἀντιμετωπίζουμε θλίψεις καὶ δοκιμασίες, αἰσθανόμαστε πιὸ εὔκολα τὴν ἀνάγκη νὰ στραφοῦμε στὸν Κύριο καὶ νὰ ζητήσουμε βοήθεια. Καὶ ὁπωσδήποτε τότε ἡ προσευχή μας γίνεται μὲ ἔνταση καὶ προσοχή. Ὡστόσο μὲ τὴν ἴδια ἔνταση καὶ δύναμη καλούμαστε ὄχι μόνο νὰ παρακαλοῦμε, ἀλλὰ καὶ νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεό. Αὐτὸ μᾶς διδάσκει ἡ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς.
2. Ξεχείλισμα εὐγνωμοσύνης
Ἐνῶ ὁ Κύριος συνέχιζε τὸν δρόμο Του, πάλι ἀκούστηκαν δυνατὲς φωνές. Τώρα
δὲν ἦταν πολλοὶ ποὺ φώναζαν. Ἕνας ἦταν. Ἕνας ἀπὸ τοὺς δέκα ποὺ εἶχαν
θεραπευθεῖ, ὁ ὁποῖος ἐπέστρεφε γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Εὐεργέτη του,
καὶ δόξαζε τὸν Θεὸ «μετὰ φωνῆς μεγάλης».
Ὅταν ἔφθασε μπροστὰ στὸ Χριστό, ἔπεσε στὰ πόδια Του μὲ τὸ πρόσωπό του καταγῆς καὶ Τὸν εὐχαριστοῦσε. Μάλιστα, αὐτὸς δὲν ἦταν Ἰουδαῖος ὅπως οἱ ἄλλοι ἐννέα λεπροί, ἀλλὰ Σαμαρείτης. Κι ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ Σαμαρεῖτες εἶχαν ἔχθρα μὲ τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι τοὺς θεωροῦσαν σχισματικούς. Εἶπε τότε ὁ Κύριος Ἰησοῦς: «οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ;». Δὲν καθαρίστηκαν ἀπὸ τὴ λέπρα καὶ οἱ δέκα; Οἱ ἄλλοι ἐννέα ποῦ εἶναι; Δὲν σκέφθηκαν νὰ γυρίσουν πίσω καὶ νὰ δοξάσουν τὸν Θεό; Μόνο αὐτὸς ὁ ξένος τὸ σκέφτηκε, ὁ ὁποῖος καὶ δὲν ἀνήκει στὸ γνήσιο ἰουδαϊκὸ γένος; Γύρισε τότε σ’ αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπε: «Σήκω καὶ πήγαινε. Ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε. Αὐτὴ σοῦ χάρισε τὴ σωματικὴ θεραπεία καὶ παράλληλα σοῦ ἄνοιξε τὸν δρόμο ποὺ θὰ σὲ ὁδηγήσει καὶ στὴν πνευματική σου σωτηρία».
Ἄραγε ἐμεῖς εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του, ποὺ εἶναι ἀμέτρητες καὶ ἀνεκτίμητες; Φροντίζουμε καθημερινὰ στὴν προσευχή μας νὰ ἀπευθύνουμε ὄχι μόνο αἰτήματα ἀλλὰ καὶ εὐχαριστίες πρὸς τὸν φιλάνθρωπο Κύριο; Προσφέρουμε μία ἡμέρα ἀπὸ τὴν ἑβδομάδα σ’ Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς προσφέρει τὰ πάντα;… Στὶς ἐντολὲς τοῦ «Δεκαλόγου» ὁ ἄνθρωπος καλεῖται μία ἡμέρα τὴν ἑβδομάδα νὰ μὴν ἐργάζεται καὶ νὰ τὴν ἀφιερώνει στὸ Θεό, ὡς ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης καὶ λατρείας στὸ πρόσωπό Του. Στὰ χριστιανικὰ χρόνια ἡ Κυριακὴ καθιερώθηκε ὡς ἀργία καὶ συνδέθηκε ἀναπόσπαστα μὲ τὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη τῶν πιστῶν μὲ κέντρο τὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἔτσι ὥστε οἱ χριστιανοὶ νὰ καλλιεργοῦν αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν ἅγιο Θεὸ γιὰ τὶς πάμπολλες δωρεές Του, καὶ μάλιστα γιὰ τὴν ἀπολυτρωτικὴ Θυσία τοῦ Υἱοῦ Του.
Ἀλίμονο, ἂν ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ποὺ γνωρίσαμε τὸν ἀληθινὸ Θεό, βρεθοῦμε ἀχάριστοι ἀπέναντί Του. Ἂς Τοῦ προσφέρουμε τὴ λατρεία μας μὲ τὴν τακτικὴ συμμετοχή μας στὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη τῆς Κυριακῆς. Ἂς μάθουμε καὶ στὴν προσευχή μας ὄχι μόνο νὰ Τὸν παρακαλοῦμε, ἀλλὰ καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστοῦμε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς μας, ὥστε νὰ ἑλκύουμε πλούσια τὴ χάρη καὶ τὸ ἔλεός Του.