Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 05 Σεπτεμβρίου 2021
(Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΜΥΡΙΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ)
<<Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην·
ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι
λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη
αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι
ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ
τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι. πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει
αὐτῷ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω.
σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ
δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν
συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν
ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ
εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ
ἀποδώσω σοι. ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως
οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον. ἰδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα
ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ
γενόμενα. τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε
πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· οὐκ
ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα; καὶ
ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ
πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ. Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν,
ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ
παραπτώματα αὐτῶν.>>
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΜΥΡΙΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ
1. Τὸ ὑπέρογκο χρέος
Μία ἀπὸ τὶς ἀρετὲς ποὺ δίδαξε ὁ Κύριος
Ἰησοῦς εἶναι ἡ συγχωρητικότητα. Στὴν Κυριακὴ προσευχή, τὸ γνωστὸ «Πάτερ
ἡμῶν», ἀναφέρεται σαφῶς ὅτι ἀναγκαία προϋπόθεση γιὰ νὰ λάβουμε τὴν ἄφεση
ἀπὸ τὸν Θεό, εἶναι τὸ νὰ συγχωροῦμε τοὺς συνανθρώπους μας. Εἶναι ὅμως
δυνατὸν νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους γιὰ ὅ,τι μᾶς ἔχουν κάνει; Ἂν αὐτὸ ποὺ
ἔπραξαν εἶναι βαρὺ ἢ ἐπαναλαμβάνεται συνέχεια; Μέχρι πότε θὰ τοὺς
συγχωροῦμε; Τὸ ἐρώτημα αὐτὸ ἔθεσε ὁ Πέτρος στὸν Κύριο, κι Ἐκεῖνος τοῦ
ἀποκρίθηκε μὲ τὴν ἑξῆς Παραβολή, ἡ ὁποία ἀναγινώσκεται κατὰ τὴ σημερινὴ
Κυριακή:
Ζοῦσε κάποτε ἕνας ἔνδοξος βασιλιάς. Ἀμύθητη ἦταν ἡ περιουσία του καὶ τὴ διαχείρισή της τὴν εἶχε ἀναθέσει σὲ ἔμπιστους αὐλικούς.
Κάποτε κάλεσε αὐτοὺς τοὺς ἐντεταλμένους ὑπηρέτες γιὰ νὰ τοῦ ἀποδώσουν λογαριασμὸ. Ἦλθε λοιπὸν ἕνας ἀπὸ αὐτούς, ὁ ὁποῖος εἶχε καταχραστεῖ τὴ βασιλικὴ περιουσία κι ἦταν «ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων» χρυσοῦ· χρωστοῦσε δηλαδὴ στὸ βασιλιὰ ἕνα ὑπέρογκο ποσό: 10.000 τάλαντα, ποὺ σημαίνει δισεκατομμύρια εὐρώ!
Ἡ εὐθύνη του ἦταν τεράστια. Τί λογαριασμὸ νὰ δώσει στὸ βασιλιά; Γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖνος διέταξε νὰ πουληθεῖ ὁ ὀφειλέτης καὶ ἡ γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά του κι ὅλα ὅσα εἶχε, γιὰ νὰ εἰσπράξει τὸ χρῆμα του.
Τότε ἔπεσε καταγῆς ὁ δοῦλος καὶ προσκυνοῦσε τὸν ἀφέντη του λέγοντας: ─Κύριε, «μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοί»· δῶσ’ μου λίγο χρόνο ἀκόμη, κι ὅλα ὅσα χρωστῶ θὰ σοῦ τὰ πληρώσω.
Τὸν λυπήθηκε ὁ κύριός του. Ἡ γεμάτη ἀγάπη καρδιά του δὲν ἄντεξε νὰ τὸν τιμωρήσει. Ἔτσι τὸν ἄφησε ἐλεύθερο, καὶ μάλιστα τοῦ χάρισε ὅλη τὴν ὀφειλή!
Τεράστιο τὸ χρέος τοῦ δούλου. Ἀπύθμενη ἡ ἀγάπη τοῦ βασιλιᾶ. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸν καθέναν ἀπὸ ἐμᾶς. Ἁμαρτάνουμε καθημερινά· ἀπορρίπτουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ· σπαταλοῦμε τὰ χαρίσματα ποὺ μᾶς ἔδωσε.
Ἔτσι γινόμαστε κι
ἐμεῖς «ὀφειλέται μυρίων ταλάντων». Ἂν σκεφθοῦμε πόσες ἁμαρτίες
διαπράξαμε μὲ τὰ λόγια, τὰ ἔργα ἢ τὶς σκέψεις μας σὲ μιὰ μόνο ἡμέρα· ἂν
ἐξετάσουμε τὰ ἰδιοτελὴ κίνητρα ἢ τὶς πονηρὲς ἐπιθυμίες, τὰ ἑκούσια ἢ τὰ
ἀκούσια παραπτώματά μας· ἂν ἀκόμη ὑπολογίσουμε καὶ πόσες ἐλλείψεις
παρουσιάζουμε· τότε τὸ χρέος μας ἀπέναντι στὸ Θεὸ γιὰ μιὰ μόνο ἡμέρα
εἶναι τεράστιο καὶ ἀσήκωτο. Πόσο μᾶλλον ἂν προσθέσουμε τὰ ἁμαρτήματα
ὅλων τῶν ἡμερῶν, ὅλων τῶν ἐτῶν τῆς ζωῆς μας! Κι ὅμως! Ἀκόμη καὶ τὸ πιὸ
ὑπέρογκο χρέος ὁ Πανάγαθος Θεὸς τὸ διαγράφει. Μᾶς συγχωρεῖ! Ἀρκεῖ νὰ
καταφύγουμε στὴ μακροθυμία Του. Νὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεός Του.
Μόνο ὅμως αὐτό; Ὄχι. Χρειάζεται καὶ κάτι ἀκόμα τὸ ὁποῖο δὲν ἔκανε ὁ δοῦλος τῆς παραβολῆς, ὅπως θὰ δοῦμε στὴ συνέχεια.
2. Νὰ μοιάσουμε στὸν Πατέρα μας
Ὅταν βγῆκε ἔξω ὁ εὐεργετημένος δοῦλος,
συνάντησε ἕναν ἀπὸ τοὺς συναδέλφους του ὁ ὁποῖος τοῦ χρώσταγε ἑκατὸ
δηνάρια· ποσὸ ἐλάχιστο σὲ σχέση μὲ τὸ δικό του προηγούμενο χρέος. Ὡστόσο
τὸν σταμάτησε καὶ τὸν πίεζε ἀσφυκτικὰ νὰ τοῦ πληρώσει τὴν ὀφειλή.
Ἔπεσε τότε στὰ πόδια του ὁ σύνδουλός του καὶ τὸν παρακαλοῦσε:
–Δῶσ’ μου λίγη πίστωση χρόνου, καὶ θὰ σὲ πληρώσω.
Αὐτὸς ὅμως δὲν ἤθελε, ἀλλὰ τὸν ὁδήγησε στὸ δικαστήριο καὶ τὸν ἔριξε στὴ φυλακή, μέχρι νὰ ἐξοφλήσει τὸ χρέος του.
Ὅταν ὅμως εἶδαν οἱ ἄλλοι σύνδουλοί του αὐτὰ ποὺ ἔγιναν, λυπήθηκαν πολὺ κι ἀμέσως ἐνημέρωσαν τὸν βασιλιά.
Τότε ὁ βασιλιὰς τὸν κάλεσε καὶ τοῦ εἶπε:
–Πονηρὲ δοῦλε, μὲ παρακάλεσες, σὲ λυπήθηκα καὶ σοῦ χάρισα ὅλο ἐκεῖνο τὸ ὑπέρογκο χρέος σου.
Δὲν ἔπρεπε καὶ σὺ νὰ σπλαχνισθεῖς τὸν σύνδουλό σου, ὅπως κι ἐγὼ σὲ σπλαχνίστηκα καὶ σοῦ ἔδειξα ἔλεος;
Καὶ ὀργισμένος τὸν παρέδωσε σ’ αὐτοὺς ποὺ βασανίζουν τοὺς φυλακισμένους, γιὰ νὰ τὸν τιμωροῦν μέχρι νὰ ἐξοφλήσει ὅλα ὅσα χρωστοῦσε.
Κι ὁ Κύριος κατέληξε μὲ τὸ ἑξῆς συμπέρασμα: Ἔτσι θὰ κάνει καὶ σὲ σᾶς ὁ ἐπουράνιος Πατέρας μου, ἐὰν δὲν συγχωρήσετε ὁ καθένας σας τὸν ἀδελφό του ὄχι μὲ λόγια μόνο ἀλλὰ ἀπὸ τὴν καρδιά σας.
Ἂς προσέξουμε καλά, γιὰ νὰ μὴ μοιάσουμε στὸν ἄδικο καὶ σκληρὸ δοῦλο. Ἂς μάθουμε νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ μοιάσουμε στὸ Θεὸ Πατέρα. Ὅπως ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς συγχωρεῖ τὰ ἀναρίθμητα ἁμαρτήματά μας, ἔτσι κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ παραβλέπουμε τὸν πικρὸ λόγο ποὺ μᾶς εἶπαν, τὴν ἀδικία ποὺ μᾶς ἔκαναν, τὴν προσβλητικὴ συμπεριφορὰ ἀπέναντί μας. Ὅλα αὐτὰ εἶναι σταγόνες μπροστὰ στὸν ὠκεανὸ τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν, γιὰ τὶς ὁποῖες μακροθυμεῖ ὁ Θεός.
Εἶναι δίκαιο καὶ λογικὸ λοιπὸν νὰ συγχωροῦμε. Εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ ἀποδείξουμε ὅτι εἴμαστε γνήσια παιδιὰ τοῦ ἐπουρανίου Πατρός μας.