Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 6 Ὀκτωβρίου 2019
(Γ΄ Λουκᾶ)
(Λουκ. ζ´ 11-16)
<<Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ Ἰησοῦς
εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ
ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ
ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα,
καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος
ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο
τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· νεανίσκε, σοὶ λέγω,
ἐγέρθητι. καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν
αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. ἔλαβε δὲ φόβος πάντας καὶ ἐδόξαζον τὸν
Θεόν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι
ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.>>
1. Συμμετοχὴ στὸ πένθος
Δὲν ἦταν μιὰ συνηθισμένη κηδεία. Ὁ νεκρὸς
ἦταν νέος· καὶ ἦταν τὸ μονάκριβο παιδὶ τῆς μητέρας του, ἡ ὁποία μάλιστα
ἦταν χήρα. Ὁ γιός της ἦταν τὸ μόνο στήριγμά της, ἡ παρηγοριά της· ἀλλὰ
τώρα δὲν ὑπάρχει πλέον στὴ ζωή… Ὁ πόνος ἦταν μεγάλος, τὸ πένθος βαρύ.
Ὁλόκληρη ἡ κωμόπολη τῆς Ναῒν εἶχε συγκλονισθεῖ ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν θάνατο.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ «ὄχλος ἱκανός», πολὺς λαός, ἔλαβε μέρος στὴν κηδεία
συμπαριστάμενος στὴν πονεμένη μάνα. Καὶ τώρα, νά, τὸ σκήνωμα μεταφέρεται
γιὰ τὴν ταφή. Τὰ πλήθη ἀκολουθοῦν σιωπηλά…
Πόσο ἀνθρώπινη σκηνή! Πόσο σημαντικὸ
εἶναι, ὅταν οἱ συνάνθρωποί μας δοκιμάζουν πένθος, μάλιστα βαρύ, νὰ
συμμετέχουμε στὸ πένθος τους, δίνοντας λίγο βάλσαμο παρηγοριᾶς μὲ τὴν
παρουσία μας! «Κλαίειν μετὰ κλαιόντων», προτρέπει ὁ ἀπόστολος Παῦλος
(Ρωμ. ιβ´ 15), ἐνῶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη διαβάζουμε: «Ἀγαθὸν πορευθῆναι
εἰς οἶκον πένθους ἢ ὅτι πορευθῆναι εἰς οἶκον πότου» (Ἐκκλ. ζ´ 2). Εἶναι
ὠφελιμότερο νὰ πορευθεῖ κανεὶς σὲ σπίτι ποὺ πενθεῖ παρὰ σὲ σπίτι ὅπου
γίνεται συμπόσιο· ὠφελιμότερο καὶ γιὰ ἐμᾶς καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους. Ἂς
ἔχουμε λοιπὸν τὴν εὐαισθησία νὰ μετέχουμε στὸ πένθος τῶν ἄλλων, διότι «ἡ
μοιρασμένη λύπη εἶναι μισὴ λύπη», ὅπως λέει ὁ λαός μας.
Βέβαια εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ὑπογραμμίσουμε
ὅτι δὲν πηγαίνουμε γιὰ νὰ ποῦμε λόγια καὶ εὐχὲς ἀψυχολόγητες, καὶ ἔτσι
νὰ δυσκολέψουμε ἀκόμη περισσότερο τοὺς πενθοῦντες. Ἡ συμπαράστασή μας νὰ
εἶναι πολὺ διακριτική, χωρὶς πολλὰ λόγια, μὲ σεβασμὸ καὶ κατανόηση στὸν
μεγάλο πόνο τῶν δοκιμαζομένων.
2. Θεὸς εὔσπλαχνος
Ἡ θλιβερὴ
πομπὴ βγαίνει ἀπὸ τὴ μοναδικὴ πύλη τῆς κωμοπόλεως. Ἐκεῖ ὅμως
συναντᾶται μὲ ἄλλη πομπή. Εἶναι ὁ Κύριος, οἱ Μαθητές Του καὶ τὰ πλήθη
ποὺ Τὸν ἀκολουθοῦν.
«Καὶ ἰδὼν
αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε». Τὸ
βλέμμα τοῦ Θεανθρώπου ἔπεσε ἐπάνω στὴ βαρυπενθούσα καὶ τὴ συμπόνεσε.
Ἔνιωσε βαθιὰ συμπάθεια γιὰ τὴ συντετριμμένη μητέρα.
Ὢ, τί
παρηγοριὰ μᾶς δίνουν αὐτοὶ οἱ λόγοι τῆς Ἁγίας Γραφῆς! Στέκεται μπροστὰ
στὸ φέρετρο ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καὶ στέκεται μὲ συμπάθεια,
«σπλαγχνιζόμενος» τὴν πενθούσα. Ὅταν λοιπὸν ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει κάποιον
θάνατο, δὲν τὸ κάνει ἀδιαφορώντας γιὰ τὸν πόνο ποὺ αὐτὸς θὰ προκαλέσει
στοὺς οἰκείους τοῦ ἀπερχομένου, ἀλλὰ ἐνεργεῖ μὲ ἀγάπη, ὡς ἐλεήμων καὶ
πάνσοφος καὶ παντοδύναμος Θεός. Γιὰ νὰ τὸ ἐπιτρέψει, σημαίνει ὅτι αὐτὸ
ἦταν τὸ καλύτερο καὶ γιὰ τὸν κεκοιμημένο καὶ γιὰ ὅσους ἐκεῖνος ἄφησε
πίσω του. Ὁ Θεὸς παίρνει ὅλους μας στὴν καλύτερη στιγμή, ὥστε νὰ
ἀξιωθοῦμε τῆς αἰωνίου μακαριότητος. Ἐπιπλέον ὡς Πατέρας χαρίζει πολλὴ
παρηγοριὰ σὲ ὅσους πενθοῦντες καταφεύγουν σ᾿ Ἐκεῖνον καὶ ζητοῦν τὴ
βοήθειά Του.
«Ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ»! Λόγος ποὺ δροσίζει τὴν ψυχὴ τοῦ πενθοῦντος πιστοῦ.
3. Θεὸς παντοδύναμος
Ὁ Κύριος
ἄγγιξε τὸ φέρετρο· οἱ ἄνθρωποι ποὺ μετέφεραν τὸν νεκρὸ σταμάτησαν, καὶ
μαζί τους ὅλη ἡ πομπή. Καὶ ἀφοῦ παρηγόρησε τὴ χαροκαμένη μάνα, στράφηκε
στὸν νεκρὸ νέο καὶ εἶπε:
–«Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι». Νεαρέ, σ᾿ ἐσένα μιλάω· σήκω ἐπάνω!
Ἀμέσως ὁ νεκρὸς ἀνασηκώθηκε καὶ ἄρχισε νὰ μιλάει.
Ὁ Κύριος
μ᾿ ἕναν Του λόγο ἀνέστησε τὸν νεκρό. Διότι εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ,
ὁμοούσιος μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα, ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Κανεὶς
δὲν μπορεῖ ν᾿ ἀντισταθεῖ στὸ παντοδύναμο πρόσταγμά Του.
«Σοὶ
λέγω»! Σ᾿ ἐσένα μιλάω. Ὁ Ἅδης καὶ ὁ θάνατος ἔφριξαν στὸ ἄκουσμα τῆς
θεϊκῆς προσταγῆς καὶ ἄφησαν ἀμέσως τὴν ψυχὴ τοῦ νέου ἐλεύθερη νὰ
ἐπιστρέψει στὸ νεκρὸ σῶμα.
Ὁ Κύριος παρέδωσε τὸν νέο στὴ μητέρα του…
Δύο πομπὲς συναντήθηκαν σήμερα στὴν πύλη
μιᾶς ἄσημης πόλεως τῆς Γαλιλαίας· ἡ μία ἦταν πένθιμη, πομπὴ θανάτου, καὶ
στὴν ἄλλη ἡγεῖτο Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἡ Αὐτοζωή. Ἡ Ζωὴ καὶ ὁ θάνατος
συναντήθηκαν σήμερα, καὶ νίκησε ἡ Ζωή, νίκησε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Στὴν
πύλη τῆς Ναῒν ἀκούσθηκε τὸ ζωοποιὸ πρόσταγμα τοῦ Θεανθρώπου, καὶ
σείσθηκαν οἱ πύλες τοῦ Ἅδη, ὡς προανάκρουσμα τῆς ὁλοκληρωτικῆς συντριβῆς
του!