Κάποια στιγμὴ ἡ Μάρθα κουρασμένη στάθηκε κοντὰ στὸν θεῖο Διδάσκαλο καὶ διαμαρτυρήθηκε γιὰ τὴν ἀδιαφορία τῆς ἀδελφῆς της: «Κύριε, δὲν Σὲ νοιάζει ποὺ ἡ ἀδελφή μου μὲ ἄφησε μόνη στὶς ἑτοιμασίες τοῦ τραπεζιοῦ; Πές της νὰ μὲ βοηθήσει». Ὁ Κύριος ὅμως, ποὺ γνώριζε τί ἔχει μεγαλύτερη σημασία γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ψυχή, τῆς ἀποκρίθηκε: «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία». Ταλαιπωρεῖς τὸν νοῦ σου καὶ κουράζεσαι μὲ πολλὲς ἀγωνιώδεις φροντίδες, ἐνῶ ἕνα εἶναι ἀναγκαῖο γιὰ τὸν ἄνθρωπο: ἡ πνευματικὴ τροφὴ τῆς ψυχῆς του· ἡ ἕνωσή του μὲ τὸν Θεό. Ἡ Μαρία ἔκανε τὴ σωστὴ ἐπιλογή, διότι ἡ τροφὴ τοῦ σώματος εἶναι προσωρινή, ἐνῶ ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ἄφθαρτη καὶ αἰώνια τροφὴ τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς.
Δὲν εἶναι λίγες οἱ φορὲς ποὺ κάνουμε κι ἐμεῖς τὸ ἴδιο λάθος μὲ τὴ Μάρθα. Βυθιζόμαστε σὲ μία τύρβη, σὲ μία ἀγχώδη μέριμνα νὰ προλάβουμε ὅλες τὶς ἐργασίες μας, τὶς ὑποχρεώσεις μας, πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶναι ἀσήμαντες, καὶ παραμελοῦμε τελικὰ τὸ «ἕνα», ποὺ χωρὶς αὐτὸ ἡ ψυχή μας ἀσφυκτιᾶ καὶ νεκρώνεται: ξεχνοῦμε τὸν Θεό. Ἀσφαλῶς ὁ Κύριος θέλει νὰ εἴμαστε συνεπεῖς στὶς εὐθύνες μας, ὅπως γιὰ παράδειγμα στὰ οἰκογενειακὰ ἢ στὰ ἐργασιακά μας καθήκοντα. Χωρὶς ὅμως νὰ παραμελοῦμε τὴν ἀθάνατη ψυχή μας· τὴν ἕνωσή μας μὲ Αὐτόν.
Αὐτὸ τὸ «ἕνα» πόθησε καὶ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Σὲ Αὐτόν, τὸν «Ἕνα», ἀφιέρωσε τὴ ζωή της ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἀκόμη ἡλικία μὲ τὴν «Εἴσοδό» της στὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴ μετέπειτα πορεία της. Ὅλη ἡ ζωή της ἦταν στραμμένη στὸν Θεό, μιὰ διαρκὴς μυστικὴ ἕνωση μαζί Του.
Μακάρισε τὴ Θεοτόκο ἡ ἁπλοϊκὴ αὐτὴ γυναίκα. Τὸ σημαντικότερο ὅμως εἶναι ὅτι τὴ μακάρισε καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Διότι μὲ τὴν ἀπάντηση ποὺ ἔδωσε στὴν ἄγνωστη γυναίκα ἐπιβεβαίωνε ὅτι ἡ Παναγία εἶναι ὄντως μακαρία· ὄχι μόνο ἐπειδὴ ἔφερε στὴν πάναγνη κοιλία της τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ κυρίως ἐπειδὴ σὲ ὅλη τὴ ζωή της μελετοῦσε μὲ προσοχὴ τὸν λόγο του καὶ τὸν τηροῦσε μὲ ἀκρίβεια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀξιώθηκε νὰ γίνει ἡ ἀληθινὴ Μητέρα του· ἡ πιὸ εὐλογημένη ἀπὸ ὅλες τὶς γυναῖκες ὅλων τῶν ἐποχῶν· ἡ «τιμιωτέρα τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ».
Ἀπὸ τότε, μέσα στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων τὴ μακαρίζουν ὅλες οἱ γενιὲς τῶν ἀνθρώπων. Σὲ ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ κόσμου οἱ Χριστιανοὶ ἀποδίδουμε τιμὴ στὴ Θεοτόκο. Κι ἀπὸ ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ κόσμου ἀναπέμπονται διαρκῶς προσευχὲς πρὸς τὸν θρόνο τῆς «Πλατυτέρας τῶν οὐρανῶν». Πάμπολλοι δὲ ἱεροὶ Ναοὶ τῆς χώρας μας εἶναι ἀφιερωμένοι σ’ Ἐκείνην καὶ σὲ κάθε ἑορτή της γεμίζουν ἀπὸ πιστούς, ποὺ γονατίζουν εὐλαβικὰ μπροστὰ στὶς ἱερὲς εἰκόνες της καὶ ζητοῦν τὴν προστασία της. Πόσο μεγάλη τιμὴ ἀξιώθηκε νὰ λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἡ Θεοτόκος!
Καὶ ὅλα αὐτά, ἐπειδὴ ἦταν τελείως ἀφοσιωμένη στὸν «Ἕνα» ἀληθινὸ Θεό. Ὁ λόγος του ἦταν τὸ διαρκὲς ἐντρύφημα τῆς καρδιᾶς της, ἡ πυξίδα ποὺ ὅριζε τὴ ζωή της. Τὸ παράδειγμά της ἂς ἀκολουθήσουμε κι ἐμεῖς μελετώντας καὶ ἐφαρμόζοντας τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου στὴ ζωή μας, ὥστε νὰ μᾶς δοξάσει στὴν οὐράνια Βασιλεία του.