Ἀνάμεσα στὸ πλῆθος τῶν ἀκροατῶν ἦταν καὶ κάποια γυναίκα, ἡ ὁποία ἐπὶ δεκαοχτὼ χρόνια ὑπέφερε ἀπὸ μιὰ ἀσθένεια ποὺ τὴν ταλαιπωροῦσε. «Ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές», σημειώνει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς. Τὸ σῶμα της δηλαδὴ ἦταν καμπουριασμένο, κυρτωμένο τελείως. Ἦταν διπλωμένη στὰ δύο, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ ἀνορθώσει καθόλου τὸ κεφάλι της, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ ἀντικρίσει τὰ πρόσωπα τῶν ἀνθρώπων, νὰ ἀτενίσει τὸν οὐρανό, νὰ στρέψει τὸ βλέμμα της κάπου ἀλλοῦ πέρα ἀπὸ τὸ χῶμα τῆς γῆς. Ἐπὶ δεκαοχτὼ χρόνια ἕνα διαρκὲς μαρτύριο γιὰ τὴ συγκύπτουσα γυναίκα.
Πόσο κουραστικὸ καὶ καταπονητικὸ θὰ ἦταν γιὰ κείνη νὰ πηγαίνει κάθε Σάββατο στὴ Συναγωγὴ γιὰ νὰ παρακολουθεῖ τὴ διδασκαλία τοῦ Νόμου! Καὶ πόσο ἡ ἄθλια κατάστασή της θὰ τὴν ἔκανε νὰ σκέφτεται ὅτι προκαλεῖ σχόλια, ἴσως καὶ εἰρωνεῖες ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους! Θὰ ἦταν ἔτσι δικαιολογημένη, ἂν παρέμενε στὸ σπίτι της. Ὅμως ὄχι! Ἦταν τόση ἡ δίψα της γιὰ τὸν Θεό, γιὰ τὴ μελέτη τοῦ Νόμου του· ἦταν τόση ἡ λαχτάρα της γιὰ τὴ θεία λατρεία του, ποὺ τῆς ἔδινε τὴ δύναμη νὰ ξεπερνᾶ κάθε ἐμπόδιο καὶ δυσκολία καὶ νὰ σέρνει τὰ βαριὰ βήματά της ἐκεῖ, στὸν ἱερὸ τόπο τοῦ Θεοῦ.
Μᾶς διδάσκει μὲ τὸ παράδειγμά της ἡ συγκύπτουσα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ὅτι καμία δικαιολογία, καμία πρόφαση δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἐμποδίζει ἀπὸ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ. Οὔτε ἡ κούραση, οὔτε ἡ ὀρθοστασία, οὔτε ἐπαγγελματικοὶ λόγοι ἢ ἀθλητικὲς καὶ ἄλλες ψυχαγωγικὲς δραστηριότητες θὰ πρέπει νὰ μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸν ἱερὸ χῶρο τοῦ ναοῦ, ἀπὸ τὸν κυριακάτικο ἐκκλησιασμό, ἀπὸ τὴ θεία Λειτουργία. Ἂς ξεπερνοῦμε κι ἐμεῖς τυχὸν ἐμπόδια καὶ δυσκολίες προκειμένου νὰ βρεθοῦμε στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μετέχουμε στὴ θεία λατρεία του.
Θεραπεύθηκε πλήρως καὶ γεμάτη ἐνθουσιασμὸ δόξαζε τὸν Θεὸ γιὰ τὴ μεγάλη εὐεργεσία του.
Τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονὸς κίνησε τὸν φθόνο τοῦ ἀρχισυναγώγου, ὁ ὁποῖος ἀντέδρασε προφασιζόμενος ὅτι ἡ θεραπεία κατέλυε τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου. Ὁ Κύριος ὅμως ποὺ διέβλεπε τὴν ἐμπαθή του διάθεση, τὸν ἤλεγξε δριμύτατα: «Ὑποκριτή, ὁ καθένας σας δὲν λύνει τὸ βόδι του ἢ τὸ γαϊδουράκι του τὸ Σάββατο γιὰ νὰ τὸ ὁδηγήσει στὴν πηγὴ καὶ νὰ τὸ ποτίσει; Αὐτὴ λοιπὸν ἡ γυναίκα ποὺ εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραὰμ καὶ ποὺ τὴν εἶχε δεμένη ὁ σατανᾶς τόσα χρόνια, δὲν ἔπρεπε νὰ λυθεῖ ἀπὸ τὰ δεσμά της τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου;» Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου ἀποστόμωσαν τὸν ἀρχισυνάγωγο καὶ μετέδωσαν χαρὰ καὶ ἐνθουσιασμὸ στὸ παρευρισκόμενο πλῆθος.
Κάνει ἐντύπωση πόσο πλούσια ἐπιβραβεύει ὁ Κύριος τὴν παρουσία τῆς συγκύπτουσας στὴ Συναγωγή: Τὴν ἀνορθώνει, τὴν ἐλευθερώνει, τῆς χαρίζει τὴν ὑγεία της· στρέφει τὸ ταπεινωμένο βλέμμα της καὶ πάλι στὸν οὐρανό! Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ἀντίστοιχα καὶ μεγαλύτερα ἀκόμη ὀφέλη ἀποκομίζουμε κι ἐμεῖς μὲ τὴ συνειδητὴ συμμετοχή μας σὲ κάθε θεία Λειτουργία. Ἀνεκτίμητος θησαυρὸς μᾶς χαρίζεται. Εἰσερχόμαστε στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ κεφάλι κάποτε κυρτωμένο ἀπὸ τὰ πάθη, τὶς ἀδυναμίες κι ἀπὸ τὶς δοκιμασίες ποὺ ἀντιμετωπίζουμε στὴ ζωή. Κατὰ τὴ θεία Λειτουργία ὅμως ἡ ψυχή μας ἀλλοιώνεται. Λαμβάνει τὴν εἰρήνη καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἀνασταίνεται, ἀνορθώνεται, στρέφεται καὶ πάλι στὸν οὐρανό, ἀτενίζει τὸν Κύριο. Ἐκεῖ ἐπιτελεῖται ὅ,τι ἱερότερο καὶ ὑψηλότερο συμβαίνει στὴ γῆ: Συναντᾶ ἡ ψυχή μας τὸν Δημιουργό της, τρέφεται μὲ τὸ Ἄχραντο Σῶμα καὶ τὸ Τίμιο Αἷμα του. Ἐκεῖ ἑνώνεται ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος μὲ τὸν ἄπειρο Θεό, τὸν Ἰατρὸ καὶ Σωτήρα του.