Σύμφωνα με τον γέροντα Χριστόδουλο, ηγούμενο της Ι. Μονής Κουτλουμουσίου στο βιβλιαράκι «Η παρουσία του Μοναχισμού στον σύγχρονο κόσμο», αναφέρονται τα εξής:
«Ο γέροντας Παΐσιος συνήθιζε να έρχεται στις αγρυπνίες της Μονής μας όπου καθόταν στο στασίδι απέναντι από την εφέστιο εικόνα μας, τη Φοβερά Προστασία. Οι αδελφοί επίσης τον επισκέπτονταν συχνά, καθώς βέβαια και πλήθος προσκυνητών, που φιλοξενούνταν στη Μονή μας.
Όμως κάποια περίοδο, ήταν η χρονιά που είχε τα πρώτα συμπτώματα του καρκίνου, πέρασαν σαράντα ημέρες χωρίς να φανεί, χωρίς να ανοίγει την πόρτα της καλύβης, χωρίς να δώσει κανένα σημείο ζωής, γεγονός που μας δημιούργησε ανησυχία. Κάποια μέρα αποφάσισα και κατέβηκα μόνος μου στο καλύβι του....
Μόλις έφθασα στο μικρό του δωμάτιο, τον είδα να κάθεται σε μαξιλάρι κατάχαμα, με τα χέρια ακουμπισμένα πάνω στο σοφρά. Στο πρόσωπό του είχε εμφανή σημεία εξαντλήσεως. Μπροστά του βρισκόταν ένα τσαμπί σταφύλι κι ένα αρτίδιο.
Πρόσεξα ότι ο χώρος ανέδιδε μίαν άρρητη και πρωτόγνωρη ευωδία, και ότι υπήρχε διάχυτη γαλήνη. Πήρα πρώτος τον λόγο, και του ζήτησα συγνώμη και του εξήγησα πόσο είχαμε ανησυχήσει.
Εκείνος με ηρεμία και απλότητα, με φωνή που μόλις έβγαινε από τα πνευμόνια του, είπε: Έκανα όλες αυτές τις μέρες νηστεία και προσευχή για τον κόσμο, και για τα επερχόμενα δεινά… Εξαντλήθηκα… Η Παναγία ήρθε και μου έδωσε αυτό το σταφύλι και τον άρτο… Δοκίμασε!
Πήρα λίγο σταφύλι. Είχε το χρώμα του ροδίτη, μία ιδιαίτερη γεύση και άρωμα που δεν είχα ξανασυναντήσει. Πώς ήταν γέροντα η Παναγία; τον ρώτησα.
Τότε υποβασταζόμενος σηκώθηκε με δυσκολία, και μου έφερε μια μικρή εικόνα σε κορνίζα. Ήταν η Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα.
Πάντοτε παρουσιάζεται σαν την Ιεροσολυμίτισσα μου είπε. Μιλήσαμε λίγο ακόμη και τον άφησα στην ησυχία του, γιατί έκρινα πως σε τέτοιες στιγμές δεν πρέπει να είναι κανείς αδιάκριτος»
Διηγείται ο Άγιος Παΐσιος
Η Παναγία, όποτε έχουμε ανάγκη, απαντά αμέσως στην προσευχή μας· όποτε δεν έχουμε, μας αφήνει, για να αποκτήσουμε λίγη παλληκαριά.
Όταν ήμουν στη Μονή Φιλοθέου (1955-1958), μια φορά αμέσως μετά την αγρυπνία της Παναγίας, με έστειλε ένας Προϊστάμενος να πάω ένα γράμμα στη Μονή Ιβήρων.
Ύστερα έπρεπε να πάω κάτω στον αρσανά της μονής και να περιμένω ένα γεροντάκι που θα ερχόταν με το καραβάκι, για να το συνοδεύσω στο μοναστήρι μας - απόσταση μιάμιση ώρα με τα πόδια. Ήμουν από νηστεία και από αγρυπνία.
Τότε τη νηστεία του Δεκαπενταυγούστου τη χώριζα στα δύο· μέχρι της Μεταμορφώσεως δεν έτρωγα τίποτε, την ημέρα της Μεταμορφώσεως έτρωγα, και μετά μέχρι της Παναγίας πάλι δεν έτρωγα τίποτε.
Έφυγα λοιπόν αμέσως μετά την αγρυπνία και ούτε σκέφτηκα να πάρω μαζί μου λίγο παξιμάδι. Έφτασα στη Μονή Ιβήρων, έδωσα το γράμμα και κατέβηκα στον αρσανά, για να περιμένω το καραβάκι. Θα ερχόταν κατά τις τέσσερις το απόγευμα, αλλά αργούσε να έρθει. Άρχισα εν τω μεταξύ να ζαλίζομαι.
Πιο πέρα είχε μια στοίβα από κορμούς δένδρων, σαν τηλεγραφόξυλα, και είπα με τον λογισμό μου: «Ας πάω να καθίσω εκεί που είναι λίγο απόμερα, για να μη με δει κανείς και αρχίσει να με ρωτάει τι έπαθα». Όταν κάθισα, μου πέρασε ο λογισμός να κάνω κομποσχοίνι στην Παναγία να μου οικονομήσει κάτι.
Αλλά αμέσως αντέδρασα στον λογισμό και είπα: «Ταλαίπωρε, για τέτοια τιποτένια πράγματα θα ενοχλείς την Παναγία;».
Τότε βλέπω μπροστά μου έναν Μοναχό. Κρατούσε ένα στρογγυλό ψωμί, δύο σύκα και ένα μεγάλο τσαμπί σταφύλι. «Πάρε αυτά, μου είπε, εις δόξαν της Κυρίας Θεοτόκου», και χάθηκε. Ε, τότε διαλύθηκα· με έπιασαν τα κλάματα, ούτε ήθελα να φάω πια... Πα, πα! Τι Μάνα είναι Αυτή! Να φροντίζει και για τις μικρότερες λεπτομέρειες! Ξέρεις τι θα πει αυτό!
**Λέγοντας συνέχεια το: «ΧΑΙΡΕ ΝΥΜΦΗ ΑΝΥΜΦΕΥΤΕ», είναι σαν να καίς εκείνη την στιγμή ακοίμητο καντήλι στην Παναγία μας.
**Όσο περισσότερο χαίρεται κανείς και αγάλλεται δοξάζοντας τη Θεοτόκο, τόσο περισσότερο λαμβάνει και τις δωρεές από το Θεό. Και όσο περισσότερο αγάπη έχει προς την Θεοτόκο, τόσο περισσότερο μετέχει της Χάριτος του Θεού. Διότι ο τιμών την Μητέρα, τιμά και τον Υιόν.
Βοήθησέ με Παναγία μου:
Την ώρα του ΠΑΘΟΥΣ, διότι σκοτίζεται ο νους μου...
Την ώρα του ΠΕΙΡΑΣΜΟΥ, διότι παραλύει η θέλησή μου...
Την ώρα του ΠΟΝΟΥ, διότι κατακαίονται τα σωθικά μου...
Την ώρα του ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΥ, διότι δεν ελέγχω τον εαυτόν μου...
Την ώρα της ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ, διότι νομίζω πως χάνεται το παν...
Την ώρα του ΘΥΜΟΥ, διότι δεν ξέρω τι κάνω...
Την ώρα του ΦΟΒΟΥ, διότι τα έχω χαμένα...
Την ώρα της ΧΑΡΑΣ, διότι μπορεί να μην αντέξω στο βάρος της...
Την ώρα της ΑΓΑΠΗΣ για να είναι γνήσια...
Όσο άρρωστοι και αν είμαστε πνευματικά ή σωματικά, υπάρχει γιατρειά: Η Παναγία!
Προβληματίζομαι στη ζωή μου; Υπάρχει λύση: Η Παναγία!
Καταποντίζομαι στην θάλασσα της ζωής; Υπάρχει σωσίβιο: Η Παναγία!
Με τυλίγει το σκοτάδι; Υπάρχει φως: Η Παναγία!
'Έχασα τον δρόμο μου στη ζωή μου; Υπάρχει πυξίδα: Η Παναγία!
Εκείνη θα μας οδηγήσει στον Χριστό, που είναι η σωτηρία μας...